Η UBS συμφώνησε να εξαγοράσει την Credit Suisse για 3 δισεκατομμύρια ελβετικά φράγκα (3,2 δισεκατομμύρια δολάρια), καθώς οι Ρυθμιστικές Αρχές προσπαθούν να στηρίξουν το παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα.
H UBS συμφώνησε να αγοράσει την Credit Suisse για 3 δισεκατομμύρια ελβετικά φράγκα (3,2 δισεκατομμύρια δολάρια) την Κυριακή, με τις ελβετικές ρυθμιστικές αρχές να διαδραματίζουν βασικό ρόλο στη συμφωνία καθώς οι κυβερνήσεις προσπαθούσαν να αποτρέψουν ένα ντόμινο που απειλεί το παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα.
«Με την εξαγορά της Credit Suisse από την UBS, βρέθηκε μια λύση για τη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και την προστασία της ελβετικής οικονομίας σε αυτή την εξαιρετική κατάσταση», αναφέρεται σε δήλωση της Εθνικής Τράπεζας της Ελβετίας, στην οποία σημειώνεται ότι η Kεντρική Tράπεζα συνεργάστηκε με την ελβετική κυβέρνηση και την Ελβετική Εποπτική Αρχή Χρηματοοικονομικής Αγοράς για να επιφέρει τον συνδυασμό των δύο μεγαλύτερων τραπεζών της χώρας.
Σύμφωνα με τους όρους της συμφωνίας, οι μέτοχοι της Credit Suisse θα λαμβάνουν 1 μετοχή της UBS για κάθε 22,48 μετοχές της Credit Suisse που κατέχουν.
«Αυτή η εξαγορά είναι ελκυστική για τους μετόχους της UBS, αλλά όσον αφορά την Credit Suisse, αυτή είναι μια έκτακτη διάσωση. Έχουμε δομήσει μια συναλλαγή που θα διατηρήσει την αξία που απομένει στην επιχείρηση, περιορίζοντας παράλληλα την έκθεση μας», δήλωσε ο πρόεδρος της UBS, Colm Kelleher.
Η ”νέα” τράπεζα θα έχει επενδυμένα περιουσιακά στοιχεία 5 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, σύμφωνα με την UBS.
«Είμαστε δεσμευμένοι να οδηγήσουμε αυτή τη συμφωνία σε μεγάλη επιτυχία. Δεν υπάρχουν επιλογές σε αυτό», είπε ο Kelleher όταν ρωτήθηκε κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου εάν η τράπεζα θα μπορούσε να αποχωρήσει από τη συμφωνία. «Αυτό είναι απολύτως απαραίτητο για τη χρηματοοικονομική δομή της Ελβετίας και… για την παγκόσμια οικονομία».
Η Εθνική Τράπεζα της Ελβετίας υποσχέθηκε δάνειο έως και 100 δισεκατομμυρίων ελβετικών φράγκων (108 δισεκατομμύρια δολάρια) για να στηρίξει την εξαγορά. Η ελβετική κυβέρνηση χορήγησε επίσης εγγύηση για την ανάληψη ζημιών έως και 9 δισεκατομμυρίων ελβετικών φράγκων από ορισμένα περιουσιακά στοιχεία πάνω από ένα προκαθορισμένο όριο «προκειμένου να μειωθούν οι κίνδυνοι για την UBS»,βάση κυβερνητικής δήλωσης.

Pascal Mora | Bloomberg | Getty Images
«Αυτή είναι μια ”εμπορική συμφωνία” και όχι μια διάσωση», είπε η Karin Keller-Sutter, η υπουργός Οικονομικών, σε συνέντευξη Τύπου την Κυριακή.
Η συμφωνία της UBS έκλεισε πριν ανοίξουν ξανά οι αγορές για διαπραγμάτευση τη Δευτέρα, αφού οι μετοχές της Credit Suisse κατέγραψαν τη χειρότερη εβδομαδιαία πτώση τους από την έναρξη της πανδημίας του κορωνοϊού. Οι απώλειες προήλθαν παρά το νέο δάνειο έως και 50 δισεκατομμυρίων ελβετικών φράγκων (54 δισεκατομμύρια δολάρια) που χορηγήθηκε από την ελβετική Κεντρική Τράπεζα την περασμένη εβδομάδα, σε μια προσπάθεια να αποτρέψει την πτώση και να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στην τράπεζα.
Η συμφωνία έγινε αποδεκτή και από την Υπουργό Οικονομικών Janet Yellen και τον Πρόεδρο της Federal Reserve Jerome Powell σε μια δήλωση. «Οι θέσεις κεφαλαίου και ρευστότητας του τραπεζικού συστήματος των ΗΠΑ είναι ισχυρές και το χρηματοπιστωτικό σύστημα των ΗΠΑ είναι ανθεκτικό. Ήμασταν σε στενή επαφή με τους διεθνείς ομολόγους μας για να υποστηρίξουμε την εφαρμογή τους», ανέφεραν.
Η Credit Suisse αντιμετώπιζε ήδη μια σειρά απωλειών και σκανδάλων και τις τελευταίες δύο εβδομάδες, το κλίμα κλονίστηκε ξανά καθώς οι τράπεζες στις ΗΠΑ ταλαιπωρήθηκαν από την κατάρρευση της Silicon Valley Bank και της Signature Bank.
Το backstop των ανασφάλιστων καταθέσεων από τις ρυθμιστικές αρχές των ΗΠΑ και η δημιουργία μιας νέας διευκόλυνσης χρηματοδότησης για τα προβληματικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, απέτυχαν να ελέγξουν την κρίση, και απειλεί να πάρει περισσότερες τράπεζες τόσο στις ΗΠΑ όσο και στο εξωτερικό.

Fabrice Coffrini | Afp | Getty Images
Ο πρόεδρος της Credit Suisse Axel Lehmann δήλωσε στη συνέντευξη Τύπου ότι η χρηματοπιστωτική αστάθεια που προκλήθηκε από τις κατεστραμμένες περιφερειακές τράπεζες των ΗΠΑ έπληξε την τράπεζα σε λάθος στιγμή.
Παρά τη συμμετοχή των ρυθμιστικών αρχών στη ενοποίηση, η συμφωνία δίνει στην UBS αυτονομία να διαχειρίζεται τα αποκτηθέντα περιουσιακά στοιχεία όπως κρίνει σκόπιμο, κάτι που θα μπορούσε να σημαίνει σημαντικές περικοπές θέσεων εργασίας, βάση αναφορών στον David Faber του CNBC.
Ο δυνητικός αντίκτυπος της Credit Suisse στην παγκόσμια οικονομία είναι πολύ μεγαλύτερος από τις περιφερειακές τράπεζες των ΗΠΑ, οι οποίες πίεσαν τις ελβετικές ρυθμιστικές αρχές να βρουν έναν τρόπο να ενώσουν τα δύο μεγαλύτερα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της χώρας. Ο ισολογισμός της Credit Suisse είναι περίπου διπλάσιος από τον ισολογισμό της Lehman Brothers όταν κατέρρευσε, σε περίπου 530 δισεκατομμύρια ελβετικά φράγκα στα τέλη του 2022. Είναι επίσης πολύ πιο διασυνδεδεμένη παγκοσμίως, με πολλές διεθνείς θυγατρικές — κάνοντας μια εύρυθμη διαχείριση της Credit Suisse κατάσταση ακόμη πιο σημαντική.
Η ένωση των δύο αντιπάλων δεν ήταν κι ότι πιο εύκολο, αλλά η πίεση για να αποφευχθεί μια συστημική κρίση κέρδισε στο τέλος. Η UBS αρχικά προσφέρθηκε να αγοράσει την Credit Suisse για περίπου 1 δισεκατομμύριο δολάρια την Κυριακή, σύμφωνα με πολλά μέσα ενημέρωσης. Η Credit Suisse φέρεται να απέρριψε την προσφορά, υποστηρίζοντας ότι ήταν πολύ χαμηλή και θα έβλαπτε τους μετόχους και τους υπαλλήλους, σύμφωνα με το Bloomberg.
Μέχρι το απόγευμα της Κυριακής, η UBS βρισκόταν σε συζητήσεις για την αγορά της τράπεζας για «ουσιαστικά» περισσότερα από 1 δισεκατομμύριο ελβετικά φράγκα, σύμφωνα με το CNBC.
Η Credit Suisse έχασε περίπου το 38% των καταθέσεων της το τέταρτο τρίμηνο του 2022 και αποκάλυψε στην ετήσια έκθεση της στις αρχές της περασμένης εβδομάδας ότι οι εκροές δεν έχουν ακόμη επιστραφεί. Ανέφερε καθαρή ζημιά 7,3 δισεκατομμυρίων ελβετικών φράγκων για ολόκληρο το έτος για το 2022 και αναμένει περαιτέρω «σημαντική» ζημιά το 2023.
Η τράπεζα είχε προαναγγείλει μια τεράστια στρατηγική αναδιοργάνωση σε μια προσπάθεια να αντιμετωπίσει αυτά τα χρόνια ζητήματα, με τον τρέχοντα διευθύνοντα σύμβουλο και βετεράνο της Credit Suisse Ulrich Koerner να αναλαμβάνει τον Ιούλιο.